XLIII
Πώς σ’ αγαπώ; Άσε με να μετρήσω τρόπους.
Σε αγαπώ στο βάθος και στο πλάτος και στο ύψος
Που η ψυχή μου μπορεί να κατακτήσει, όταν νιώθει αμήχανη
Για τους σκοπούς της ύπαρξης και της γοητείας της ιδεατής.
Σε αγαπώ στο επίπεδο της καθημερινής
Της πλέον ήρεμης ανάγκης, στο φως του ήλιου και του κεριού.
Σε αγαπώ ελεύθερα, όπως όταν οι άνθρωποι αγωνίζονται για τη νίκη του καλού
Σε αγαπώ αγνά, όπως όταν γυρίζουν από προσευχή.
Σε αγαπώ με ένα πάθος που έβαλα σε χρήση
Μες στις παλιές μου λύπες και με μια πίστη
από την ηλικία μου την παιδική.
Σε αγαπώ με μιαν αγάπη που φαινόταν πως θα χάσω
Με τους χαμένους μου άγιους – Σε αγαπώ με την αναπνοή,
Με τα χαμόγελα και τα δάκρυα όλης της ζωής μου! Κι αν ο Θεός θελήσει,
Μετά τον θάνατο θα σ’ αγαπώ ακόμα πιο πολύ.
(Μτφ.: Χρίστος Γούδης)
How do I love thee? Let me count the ways.
I love thee to the depth and breadth and height
My soul can reach, when feeling out of sight
For the ends of Being and ideal Grace.
I love thee to the level of everyday’s
Most quiet need, by sun and candle-light.
I love thee freely, as men strive for Right;
I love thee purely, as they turn from Praise.
I love thee with a passion put to use
In my old griefs, and with my childhood’s faith.
I love thee with a love I seemed to lose
With my lost saints, — I love thee with the breath,
Smiles, tears, of all my life! — and, if God choose,
I shall but love thee better after death.
Ελίζαμπεθ Μπάρετ Μπράουνινγκ, 1806-1861, Βρετανίδα ποιήτρια της Βικτωριανής εποχής