Α’
Στάξε στη λίμνη
μόνο μια στάλα κρασί
και σβήνει ο ήλιος.
Β’
Στον κάμπο ούτ’ ένα
τετράφυλλο τριφύλλι.
Ποιος φταίει απ’ τους τρεις;
Γ’
Στον κήπο του μουσείου
Άδειες καρέκλες
τ’ αγάλματα γύρισαν
στ’ άλλο μουσείο.
Δ’
Να ‘ναι η φωνή
πεθαμένων φίλων μας
ή φωνογράφος;
Ε’
Τα δάχτυλά της
στο θαλασσί μαντίλι
κοίτα: κοράλλια.
ΣΤ’
Συλλογισμένο
το στήθος της βαρύ
μες στον καθρέφτη.
Ζ’
Φόρεσα πάλι
τη φυλλωσιά του δέντρου
κι εσύ βελάζεις.
Η’
Νύχτα, ο αγέρας
ο χωρισμός απλώνει
και κυματίζει.
Θ’
Νέα μοίρα
Γυμνή γυναίκα
το ρόδι που έσπασε
ήταν γεμάτο αστέρια.
Ι’
Τώρα σηκώνω
μια νεκρή πεταλούδα
χωρίς φτιασίδι.
ΙΑ’
Πού να μαζεύεις
τα χίλια κομματάκια
του κάθε ανθρώπου.
ΙΒ’
Άγονος γραμμή
Το δοιάκι τι έχει;
Η βάρκα γράφει κύκλους
κι ούτε ένας γλάρος!
ΙΓ’
Άρρωστη Ερινύς
Δεν έχει μάτια
τα φίδια που κρατούσε
της τρών’ τα χέρια.
ΙΔ’
Τούτη η κολόνα
έχει μια τρύπα, βλέπεις
την Περσεφόνη;
ΙΕ’
Βουλιάζει ο κόσμος
κρατήσου, θα σ’ αφήσει
μόνο στον ήλιο.
ΙΣΤ’
Γράφεις
το μελάνι λιγόστεψε
η θάλασσα πληθαίνει.
Γιώργος Σεφέρης, ποιητής
Χαϊκού: είδος ποίησης που πρωτοεμφανίστηκε στην Ιαπωνία τον 16ο αι. και υιοθετήθηκε στην Ευρώπη στις αρχές του 20ου αι. Είναι μικρά ποιήματα από 17 συλλαβές σε ένα ενιαίο στίχο. Στην ευρωπαϊκή τους εκδοχή συνήθως υποδιαιρούνται σε 3 στίχους από 5 και 7 συλλαβές στους οποίους η ομοιοκαταληξία αποφεύγεται. Συμπυκνώνουν σοφία και ευφυΐα που εκφράζονται με λυρική ή άλλοτε χιουμοριστική διάθεση, ενώ συχνά υπάρχει το στοιχείο της έκπληξης. Στα χαϊκού σημαντική θέση έχουν η φύση, οι εποχές και τα χρώματα, η ομορφιά των λέξεων και των αντιθέσεων, ενώ το νόημα κάποιες φορές αποκτά δευτερεύουσα σημασία [1].
[1]”Τι είναι τα χαϊκού;” http://bit.ly/1hFMM2j, τελευταία επίσκεψη στις 20 Μαρτίου 2014.