Άπλωσα το χέρι για να σηκώσω ένα λευκό χαρτί από το έδαφος.
Άπλωσα το χέρι και μάζεψα ξεχασμένα ρούχα σε ερημωμένα σπίτια.
Άπλωσα το χέρι για να μυρίσω την άνοιξη του καλοκαιριού.
Άπλωσα το χέρι και ο κόσμος μου πρόσφερε ένα ασημένιο, τρύπιο νόμισμα.
Άπλωσα το χέρι για να κρατήσω μία νεογέννητη ζωή.
Άπλωσα το χέρι για να αγκαλιάσω τις σταγόνες της βροχής.
Άπλωσα το χέρι για να μετρήσω τον πυρετό σου.
Άπλωσα το χέρι για να σε χαιρετήσω.
Άπλωσα τα χέρια για να προσευχηθώ.
Άπλωσα το χέρι χωρίς να ζητήσω.
Άπλωσα το χέρι για να σηκωθώ.
[Δεκέμβριος 2010]