Εἶναι ψυχὲς πλασμένες ἀπὸ μάρμαρο
κι ἄλλες ἀπὸ χαμόγελο, εἴτε πόνο.
Εἶναι καὶ μιὰ πλασμένη ἀπὸ τριαντάφυλλα,
ὅμως ἐκείνη δὲ τὴ φανερώνω!
Πόσο ἡ καρδιά μου θά ῾τρεμε, ἂν τὴν ἔλεγα!
Βάνω μία κλειδαριὰ γερὴ στὸ στόμα!
Τόσοι σοφοὶ ποὺ βρίσκονται τριγύρω μου
καὶ δὲ τὴ μάντεψε κανεὶς ἀκόμα;
Εἶναι ψυχὲς πλασμένες ἀπὸ κρύσταλλο
κι ἄλλες ψυχὲς μὲ κλάματα ἔχουν γίνει.
Εἶναι καὶ μιὰ πλασμένη ἀπὸ ροδόσταμο,
μὰ δὲ θὰ σᾶς τὴ ῾πῶ ποτέ μου ῾κείνη!
Ὅρκο ἔβαλα νὰ μὴ τὴ ῾πῶ, ὡς τὸ τάφο μου,
μὰ πάλι… ποιὸς ξέρει… καμμιὰν ὥρα…
Κάτι μοῦ καίει τὰ χείλη μου! Καλύτερα
νὰ κλείσω τὸ τραγούδι μ᾿ ἀπὸ τώρα…
Ναπολέων Λαπαθιώτης, 1888-1944, ποιητής του μεσοπολέμου.