Ποίηση

Τὸ φτάσιμο

Θὰ βραδιάζει ἡ μέρα, ὅταν θὰ φτάνομε
στοῦ χωριοῦ τ᾿ ἀποσκιωμένα ἁλώνια
θὰ φανοῦν λευκὰ τὰ χωριοτόσπιτα
πίσω ἀπὸ τῶν πεύκων τ᾿ ἀκροκλώνια.

Μακριὰ θ᾿ ἀκούονται ἀρνιῶν βελάσματα
βραδινὴ καμπάνα θὰ σημαίνει
στὴ βρυσούλα βόδια θὰ ποτίζονται,
θὰ καπνίζουν φοῦρνοι φλογισμένοι.

Θὰ βαθιανασαίνουμε στὸ διάβα μας
μυρωδιὰ ἀπὸ στάχυα θερισμένα.
Θὰ μᾶς εὐχηθοῦν τὸ «καλῶς ἤρθατε»
χέρια ἀπὸ τὸν κάματο ἀργασμένα.

Ἀπὸ τὸ κατώφλι ἀναμερίζοντας
τοῦ καιροῦ τ᾿ ἀγκάθια καὶ τὰ χόρτα,
τοῦ κλειστοῦ παλιόπυργου θ᾿ ἀνοίξομε
τὴ βαριὰ τὴ σιδερένια πόρτα.

 

Γεώργιος Δροσίνης, ποιητής

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *