Αρνήθηκε τον κόσμο και όλα τα αγαθά του
κι ανέβηκε στη βραχώδη κορφή ακρωτηρίου
σαν αετός να κτίσει άφθαστη τη φωλιά του
μακριά απ’ τα ορνίθια, στα ύψη τ’ ουρανού.
Τριάντα χρόνια τώρα επέρασαν αφότου
ο άγνωστος ανέβη στο όρος υψηλά
και άνθρωπος δεν είδε θνητός το πρόσωπό του
ούδ΄ ήκουσεν ο ίδιος ανθρώπινη λαλιά.
Μόνο μία παληοκόφα φαίνεται κρεμασμένη
απ’ των αγρίων βράχων τη γλιστερή σχισμή
κι απ’ το γιαλό, αν τύχη κανένας να διαβαίνει
για έλεος του βάζει, ένα φελί ψωμί.
Προσεύχου νύχτα-μέρα μετέωρ’ ερημίτη,
άθικτος απ’ του κόσμου τους μάταιους αφρούς
και τον πυρσό κρατώντας θεόληπτου προφήτη
στους είλωτες της ύλης δείχνε τους ουρανούς.
Κωνσταντίνος Καλλίνικος, Δάφναι και Μυρσίναι.