Γενικά, Ποίηση

ΣΤΗ ΜΑΝΑ ΤΟΥ ΣΚΟΤΩΜΕΝΟΥ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΗ | Λίτσα Καβάκου – Στρατηγού

Την ώρα π’ άρχιζε το φως

κάποιας καινούργιας μέρας,

την είδα δίπλα μου στητή

ν’ αναμετρά τα πλήθη

που τα συντάραζε παλμός

σαν κόρφος της μητέρας

καθώς βυζαίνει το παιδί

την ώρα που γεννήθη.

Στην κεφαλή της που κρεμνά

το πέπλο του θανάτου,

καρφώνει βέλος πορφυρό

της χαραυγής το χρώμα,

ήλιος στις κόρες των ματιών

μες στο βασίλεμά του

σαν κόκκινο γαρύφαλλο

στο λαβωμένο σώμα.

Σκίζει της πλάσης το κορμί,

της λευτεριάς καμπάνα

κι αναζητά πριν της γιορτής

τραγούδι ξεκινήσει

κάποιου νεκρού πολεμιστή

την πληγωμένη μάνα,

την πρώτη από τα σπλάχνα της

κραυγή να της χαρίσει.

Κι όταν της είπα “πώς κοιτάς

τον ουρανό μονάχα

και δεν λυγάς απ’ τον καημό

που τόσο σε βαραίνει;”

“Τι λες; Τους τάφους να θωρώ;

Και δεν το ξέρεις τάχα;

Πώς όταν όρθιος περπατάς

ο πόνος αλαφραίνει;”

Μου ψιθυρίζει και γοργό

το βήμα της μακραίνει.

Και τώρα ξέρω πως καμιάς

πλάκας θανάτου κρύας

η λήθη δεν τον σταματά

τον γιο της που πεθαίνει,

μα τον περνά στ’ αθάνατο

ταμπλό της ιστορίας.

Πηγή: Καβάκου – Στρατηγού Λίτσα (2015), ΟΝΕΙΡΙΚΟΙ ΔΡΟΜΟΙ, εκδ. Βακχικόν, σ. [20-21]

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *