Κρατούσε ένα καλάθι αναμνήσεων
και στεκόταν μπροστά στον μεγάλο ξύλινο καθρέπτη
“Πώς πέρασαν τα χρόνια!” συλλογιζόταν και δάκρυα λυτρωτικά κυλούσαν από τα μάτια
“Ποια είναι η διαδρομή μου στη ζωή; Αγάπησα; Αγαπήθηκα; Προσπάθησα; Ένιωσα; Θα σωθώ;” μονολογούσε
ώσπου ο ήλιος κρύφθηκε πίσω από τα σύννεφα και άρχισε να βρέχει απαλά
Ένιωσε ότι η βροχή συμπαραστέκεται στους λογισμούς του
Άφησε το καλάθι πάνω στο μικρό τραπέζι
Άνοιξε την εξώπορτα και βγήκε στην αυλή
Το νερό έρεε στο πρόσωπο και έβρεχε το σώμα
Ύψωσε τα χέρια στον ουρανό και ευχαρίστησε τον Θεό για όλα όσα είχε μέχρι εκείνη την ημέρα και ώρα
Ήταν άνθρωπος της προσφοράς, της αγάπης και της ευεργεσίας και τώρα, για πρώτη φορά, σκεφτόταν την ώρα του θανάτου
και την ανάσταση γεμίζοντας με ελπίδα και παρηγοριά
Η βροχή σταμάτησε και η προσευχή του εισακούστηκε
Έπειτα, μπήκε μέσα στο σπίτι και κινήθηκε προς το καλάθι
Οι αναμνήσεις άνθιζαν σαν κόκκινα κρίνα σκορπίζοντας άρωμα παρόντος παντού
Τις πήρε, τις τύλιξε σε συσκευασία δώρου, τις στόλισε με μπλε βελούδινη κορδέλα και τις άφησε μπροστά στον καθρέπτη
Αυτό το δώρο ήταν για εκείνον αξέχαστο.
[7 Μαΐου 2016]